- ἐλθούσης
- ἔρχομαιiboaor part act fem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προξενώ — προξενῶ, έω, ΝΜΑ [πρόξενος] προκαλώ κάτι, γίνομαι αίτιος να γίνει κάτι (α. «ξίφος έξω από τη θήκη / πλέον ανδρείαν σού προξενεί», Σολωμ. β. «ταύτην σοι τὴν εὐδαιμονίαν προξενοῡμεν», ΚΔ γ. «οἱ ταύτην Καίσαρι τὴν τιμὴν προξενοῡντες», Πλούτ.) μσν.… … Dictionary of Greek
ДОГМАТИК — [греч. δογματικὸν (Θεοτοκίον)], один из видов богородичнов Октоиха. Д. называются стихиры на воскресных малой (богородичны на «Господи, воззвах» и на стиховне) и великой (богородичен на «Господи, воззвах») вечерен (в рукописях Д. иногда… … Православная энциклопедия